Ζαν Πιαζέ και η θεωρία της γνωστικής ανάπτυξης
Φημισμένος φυσικός επιστήμονας και ψυχολόγος ασχολήθηκε κυρίως με τα παιδιά, συγκεκριμένα με τη θεωρία της γνωστικής ανάπτυξης theory of cognitive development.
Σημαντική προσφορά του είναι η κατασκευή των σταδίων της Γνωστικής Ανάπτυξης του ανθρώπου η οποία στηρίζεται στον στρουκτουραλισμό, και υποστήριξε ότι ο άνθρωπος αποκτάει τις γνώσεις του εμπειρικά, δηλαδή για να μάθει κάτι, πρέπει πρώτα να το ζήσει, να το δει Και στο τέλος να χρησιμοποιεί την αφαιρετική του ικανότητα.
Γεννημένος 9 Αυγούστου 1896 στην Ελβετία ήταν γιος του πανεπιστημιακού καθηγητή λογοτεχνίας Αρτύρ Πιαζέ και τις Ρεμπέκα Τζάκσον.
Η εμφάνιση του στο χώρο των επιστημών έγινε όταν σε ηλικία μόλις 11 ετών έκανε παρατηρήσεις πάνω σε ένα σπουργίτι.
Αργότερα και συνεπαρμένος από την έρευνα και τις φυσικές επιστήμες συνέχισε την μόρφωση του στο Πανεπιστήμιο του Νεσατέλ μέχρι την απόκτηση του διδακτορικού του.
Το επίκεντρο της έρευνας του ήταν οι μελέτες για την γνωστική ανάπτυξη τις οποίες πραγματοποίησε στο
Ecole de la rue de la Grange-aux-Belles στη Γαλλία.
Το 1921 πήρε τη θέση του διευθυντή σπουδών στο Ινστιτούτο Ρουσώ στη Γενεύη της Ελβετίας.
Επίσης δίδαξε σε πλήθος πανεπιστημίων της Ελβετίας και της Σορβόννης της Γαλλίας. Αυτά που δίδασκε ήταν κοινωνιολογία, ψυχολογία, γενετική και πειραματική ψυχολογία.
Επίσης ίδρυσε το Παγκόσμιο Κέντρο Γενετικής και Επιστημολογία το 1955 όπου ήταν διευθυντής μέχρι το τέλος των ημερών του το 1980.
Αυτό που πρέπει να αναφερθεί σχετικά με τον Πιαζέ είναι ότι πιστεύε πως η νοημοσύνη χτίζεται σταδιακά, έχει ως βάση την κληρονομικότητα, αλλά επίσης ακολουθώντας μια πορεία και που θα έχει εξέλιξη σχετική με το περιβάλλον.
Όσον αφορά την ανάπτυξη της νοημοσύνης υποστήριξε ότι πρέπει να ληφθούν υπόψην δύο βασικότατοι μηχανισμοί: η αφομοίωση και η συμμόρφωση, διότι σύμφωνα με αυτά γίνεται η ανάπτυξη της νοητικής ικανότητας του ατόμου η οποία βέβαια σε κάθε στάδιο εμφανίζεται διαφορετικά δομημένη.
Όπως είναι λογικό λοιπόν, καθώς ένα παιδί μεγαλώνει, αντιλαμβάνεται και κατανοεί το περιβάλλον γύρω του διαφορετικά σε κάθε στάδιο στο οποίο βρίσκεται.
Μαθαίνουμε καλύτερα όταν βρισκόμαστε σε ενεργό ρόλο ερευνητή και μπορούμε να δράσουμε πάνω στο αντικείμενο της γνώσης. Μ’αυτόν τον τρόπο δεν είμαστε παθητικοί αποδέκτες των εμπειριών μας, αλλά αλληλεπιδράμε με το περιβάλλον μας και βρίσκουμε τα δικά μας ερεθίσματα για να προχωρήσουμε στις ενέργειές μας.
Δικαίως λοιπόν, ισχυρίζεται ότι τα παιδιά περνάνε από τέσσερα βασικά στάδια.
1. Αισθησιοκινητικό: Είναι το στάδιο το οποίο περνάνε τα παιδιά από τη στιγμή που γεννιούνται μέχρι περίπου τα δύο τους χρόνια. Σε αυτό το στάδιο καταλαβαίνουν τα πάντα μέσω των αισθήσεων τους.
2. Προσυλλογιστικής νοημοσύνης: Αφορά την ηλικία των 2 με 6 χρονών. Είναι το στάδιο που χαρακτηρίζεται από τη χρήση συμβόλων, απουσία εννοιών, δε μπορούν να κατηγοριοποιήσουν ούτε και να κατατάξουν αντικείμενα. Είναι λοιπόν εμφανές το φαινόμενο του εγωκεντρισμού όπου βάση του κόσμου τους είναι οι δικές τους προσωπικές εμπειρίες. Αυτό συμβαίνει διότι η νοητικές ικανότητες δεν έχουν εξελιχθεί πλήρως ώστε να αφήσει τους άλλους γύρω του να έχουν διαφορετικές εμπειρίες από αυτόν.
3. Συγκεκριμένων συλλογισμών: Αφορά την ηλικία των 6-7 χρονών μέχρι τα 11 περίπου. Σε αυτό το στάδιο αποκτούν την ικανότητα να κάνουν νοητικές πράξεις χρησιμοποιώντας την λογική.
4. Αφαιρετικών συλλογισμών: Αφορά την ηλικία από τα 11 και μετά όπου πλέον είναι σε άριστη θέση να κάνουν συλλογισμούς, να κάνουν κριτική και να προσαρμόζουν θεωρίες.
Χριστίνα Καζάνα