Αλλάζοντας τις ώρες των γευμάτων
Κάνουμε τα πάντα για να τρεφόμαστε πιο υγιεινά αλλά αυτό που μετράει περισσότερο δεν είναι το τι αλλά το πότε τρώμε, λένε οι ειδικοί.
Εδώ και λίγο καιρό ξέρουμε πως οι ώρες που τρώμε μπορούν να επηρεάσουν καταλυτικά τόσο το βάρος όσο και τον μεταβολισμό μας. Βασισμένες σε ποντίκια, οι παρατηρήσεις των ειδικών επιστημόνων δείχνουν πως το μυστικό της καλής υγείας κρύβεται στον περιορισμό του χρονικού ορίζοντα που τρώμε. Με πιο απλά λόγια, όσο πιο μεγάλα είναι τα διαστήματα μεταξύ των γευμάτων μας τόσο καλύτερη υγεία θα έχουμε. Πριν από μερικά χρόνια, ο διάσημος καθηγητής Σατσιντανάντα Πάντα από το ξακουστό καλιφορνέζικο Ιδρυμα Σαλκ απέδειξε πως τα ποντίκια στα οποία χορηγούνταν τροφές πλούσιες σε λιπαρά αλλά η απόσταση μεταξύ των γευμάτων τους ήταν τουλάχιστον 8 ώρες εμφανίζονταν πιο υγιή και πιο αδύνατα σε σχέση με άλλα στα οποία είχαν χορηγηθεί οι ίδιες ακριβώς τροφές αλλά έτρωγαν κατά βούληση, όποτε δηλαδή ένιωθαν την ανάγκη.
Mερικοί από τους εθελοντές που συμμετείχαν στο πείραμα του δρα Τζόνστον
Σε ένα παρόμοιο πείραμα, τα ποντίκια που έκαναν 12 ώρες να φάνε ήταν πιο υγιή και πιο λεπτά σε σχέση με εκείνα που έτρωγαν την ίδια ποσότητα φαγητού αλλά χωρίς χρονικούς περιορισμούς. Οπως επισημαίνει ο ερευνητής Μάικλ Μόσλι στο BBC News, το ερώτημα που αναφαίνεται αβίαστα είναι κατά πόσο όλα αυτά είναι συμβατά με τον οργανισμό του ανθρώπου. Ο Μόσλι παρακολούθησε ένα πείραμα που έκανε ο δρ. Τζόναθαν Τζόνστον από το Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ στην Μεγάλη Βρετανία, στο οποίο πήραν μέρος 16 εθελοντές και είχε χρονικό ορίζοντα δέκα εβδομάδων. Ο Τζόνστον και οι συνεργάτες του μέτρησαν αρχικά το σωματικό λίπος των εθελοντών, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, τα τριγλυκερίδια και τη χοληστερόλη τους. Υστερα τους χώρισαν εντελώς τυχαία σε δύο ομάδες, τους κόκκινους και τους μπλε. Από τους τελευταίους που ήταν η ομάδα αναφοράς, ζητήθηκε να συνεχίσουν να τρέφονται όπως και πριν.
Από τους κόκκινους ζητήθηκε να παραμείνουν στην κανονική τους δίαιτα αλλά να μετακινήσουν το πρωινό τους 90 λεπτά αργότερα και το γεύμα τους 90 λεπτά νωρίτερα. Αυτό σήμαινε πως έμεναν νηστικοί για ένα διάστημα τριών επιπλέον ωρών την ημέρα. Το αποτέλεσμα ήταν πως η ομάδα αυτή, που υποχρεώθηκε να τρώει αργότερα το πρωινό και νωρίτερα το γεύμα, να μένει δηλαδή νηστική περισσότερο χρόνο μέχρι το δείπνο, αδυνάτισε πιο πολύ και παρουσίασε μεγαλύτερη μείωση στα επίπεδα γλυκόζης και χοληστερόλης από ό,τι η ομάδα αναφοράς. Πράγμα που σήμαινε πως αυτό που είχε παρατηρηθεί στα ποντίκια επιβεβαιώθηκε και στους ανθρώπους.
Aν θέλετε να φάτε κάτι λιπαρό ή γλυκό προτιμήστε το πρωινό σας. Το βράδι οι ουσίες αυτές μπορούν να «ροκανίσουν» την υγεία σας, προειδοποιούν οι επιστήμονες
Ωστόσο ο Μόσλι ήθελε να επιβεβαιώσει το αποτέλεσμα για ακόμη μία φορά. Και αποφάσισε να υποβληθεί ο ίδιος σε πείραμα για να αποδείξει κι εκείνος τα συμπεράσματα του Τζόνστον που συγκεφαλαιώνονταν στα δύο παρακάτω σημεία: πρώτον, το να τρώμε όσο αραιότερα γίνεται είναι εξαιρετικά καλό για την υγεία και δεύτερον η χειρότερη ώρα να επιβαρύνουμε τον οργανισμό μας με ζάχαρη και λίπη είναι αργά τη νύχτα, όταν τα επίπεδα αυτών των ουσιών στο αίμα μας είναι ήδη αρκετά υψηλά. Αφού λοιπόν δεν έφαγε τίποτα αποβραδίς και αφού του πήραν αίμα, προγευμάτισε στις 10 π.μ. καταναλώνοντας ένα τυπικό βρετανικό πρωινό με πολλά τηγανιτά (μπέικον, αυγά, λουκάνικα). Αμέσως μετά το πρόγευμα αυτό και ανά μισή ώρα έδωσε αίμα, αρκετές φορές μέχρι τις 10 μ.μ. οπότε και κατανάλωσε το δείπνο, το δεύτερο γεύμα της ημέρας.
«Ηταν ακριβώς το ίδιο πιάτο με εκείνο του πρωινού και αμέσως μετά άρχισα να δίνω αίμα ανά μισή ώρα μέχρι σχεδόν το πρωί, οπότε οι γιατροί μου επέτρεψαν να συρθώ μέχρι το κρεβάτι μου» διηγείται στο BBC News ο Μόσλι. «Οι εξετάσεις έδειξαν πως αμέσως μετά το πρόγευμά μου τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα ξαναγύρισαν στο κανονικό αρκετά γρήγορα, ενώ τα επίπεδα της χοληστερόλης άρχισαν να υποχωρούν ύστερα από περίπου τρεις ώρες. Μετά όμως το βραδινό φαγητό, τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα έμειναν υψηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα και τα επίπεδα της χοληστερόλης συνέχισαν να αυξάνονται τουλάχιστον τέσσερις ώρες μετά το φαγητό. Ο δρ. Τζόνστον είχε δίκιο. Το σώμα μας δεν θέλει πολλή τροφή αργά το βράδι και δυσφορεί. Και ένα σνακ στη μέση της νύχτας είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσαμε να προσφέρουμε στον οργανισμό μας. Φαίνεται πως οι παλιοί είχαν δίκιο όταν συμβούλευαν: ‘Το πρωί να τρως σαν βασιλιάς, το μεσημέρι σαν πρίγκιπας και το βράδι σαν ζητιάνος!’».